- παλαθίς
- παλαθίς, -ίδος, ἡ (Α)παλάθιον*.[ΕΤΥΜΟΛ. < παλάθη + επίθημα -ίς (πρβλ. καλαμ-ίς)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
παλαθίς — παλάθη cake of preserved fruit fem nom sg παλαθίς fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μαγίς — μαγίς, ίδος, ἡ (Α) 1. πλακούντας, πίτα, ιδίως μικρή πίτα που περιείχε τυρί και προσφερόταν στην Εκάτη και στον Τροφώνιο («ἀπὸ τοῡ μάττειν, ἀφ οὗ καὶ ἡ μᾱζα αὐτὴ ὠνομάσθη καὶ ἡ παρὰ Κυπρίοις καλουμένη μαγίς», Αθήν.) 2. άρτος ή γλύκισμα από αλεύρι… … Dictionary of Greek
παλαθίδα — παλάθη cake of preserved fruit fem acc sg παλαθίς fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παλαθίδων — παλάθη cake of preserved fruit fem gen pl παλαθίς fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)